4 Οκτ 2012

Κλειδί των ελληνικών εξαγωγών η ανάδειξη παραδοσιακών προϊόντων.


«Πρέπει να είστε μόνοι σας ανταγωνιστικοί και να μην περιμένετε επιδοτήσεις και τη στήριξη του κράτους για να προχωρήσετε». Το μήνυμα – παρότρυνση απευθύνεται σε Έλληνες αγρότες και συνεταιριστές και προέρχεται από τον διευθύνοντα σύμβουλο ενός κολοσσού της συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας, της γερμανικής Raiffeisen Rhein mbH, ο οποίος δεν μάσησε τα λόγια του για να χαϊδέψει αφτιά.


«Στην Ελλάδα αλλάζετε την πολιτική στον αγροτικό τομέα σαν τα πουκάμισα», είπε  χαρακτηριστικά ο Δρ. Alois Splonskowski, από το βήμα ειδικής εκδήλωσης για την
προώθηση των ελληνικών εξαγωγών στη γερμανική αγορά, που οργανώθηκε στο Λαγκαδά Θεσσαλονίκης. και στηλίτευσε το γεγονός ότι η χώρας μας έχασε την αγορά πατάτας στη Γερμανία, από ανταγωνιστές από την Κύπρο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ, παρά το γεγονός ότι υπήρχε αυξημένη ζήτηση για το προϊόν, επειδή οι Έλληνες αγρότες στράφηκαν σε καλλιέργειες με γνώμονα τις... επιδοτήσεις.

«Υπάρχει ένα παράθυρο για προϊόντα όπως οι πρώιμες πατάτες ή και τα επιτραπέζια σταφύλια, τα οποία τα εισάγουμε από Νότιο Αφρική και Χιλή, αλλά για ένα δίμηνο το καλοκαίρι δεν υπάρχει τροφοδοσία», είπε ο κ. Splonskowski, προσθέτοντας, όμως, πως αυτό δεν αρκεί για να αρχίσει και να μακροημερεύσει μια συνεργασία.

«Χρειάζεται σταθερή ποιότητα, ικανή παραγωγή για να εξυπηρετεί τη ζήτηση και σε κάθε περίπτωση έγκαιρες παραδόσεις των παραγγελιών, που δεν θα εξαρτώνται από το αν κάνουν απεργίες οι οδηγοί των φορτηγών ή άλλοι κρίκοι που μεσολαβούν στην  εφοδιαστική αλυσίδα”, σημείωσε ο ίδιος και παραδέχθηκε ότι ο όμιλος της Raiffeisen -παρά το εύρος των δραστηριοτήτων του- μέχρι σήμερα δεν έχει καμία συνεργασία στην Ελλάδα, πιθανώς γιατί δεν διαβλέπει ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις που θέτει.

Απαντώντας δε, σε ερώτηση του Agronews για το αν θα ενδιέφερε το συνεταιριστικό όμιλο να επεκτείνει τη δράση του στην ελληνική αγορά, δεν αρνήθηκε ότι υπό όρους «ναι, θα μπορούσαμε και να αγοράζουμε και να πουλάμε, κυρίως σε συνεργασία με υγιείς συνεταιρισμούς», αλλά έσπευσε να ξεκαθαρίσει πως στην παρούσα φάση «η παρουσία μου εδώ έχει να κάνει με τη διάθεσή μας να μεταφέρουμε την τεχνογνωσία μας στους ελληνικούς συνεταιρισμούς, ώστε να μπορούν να βγάζουν χρήματα χωρίς να έχουν την ανάγκη της στήριξης του κράτους ή των επιδοτήσεων».

Και η αλήθεια είναι πως η εμπειρία του δρ Splonskowski είναι μοναδική, δεδομένου ότι ο όμιλος της συνεταιριστικής Raiffeisen έκλεισε τη χρήση του 2011 με συνολικό τζίρο στα 48 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 23 δισ. ευρώ, από την παραγωγή και εμπορία οπωροκηπευτικών, κρεάτων, γαλακτοκομικών, φρούτων κλπ., ενώ τα υπόλοιπα από  θυγατρικές, μία εκ των οποίων είναι η 4η μεγαλύτερη αλυσίδα εμπορίας καυσίμων με 850 πρατήρια σε όλη τη γερμανική επικράτεια. Πιο συγκεκριμένα, υπό την ομπρέλα του ομίλου λειτουργούν συνολικά 472 επιχειρήσεις σε όλη τη Γερμανία, με 500.000 μέλη και 80.000 εργαζόμενους, ενώ στα εκπαιδευτικά του κέντρα (σ. σ. έως και στην ίδρυση ιδιωτικού πανεπιστημίου προχώρησε) φοιτούν 4.000 άτομα. Το δυναμικό του περιλαμβάνει 3.000 αγρότες, με ιδιοκτησίες από 0,5 εκτάρια ο μικρότερος, έως 800 εκτάρια ο μεγαλύτερος, ενώ οι κτηνοτρόφοι του κατέχουν από 8 έως 500 αγελάδες.

Αλλάξτε φιλοσοφία
Με κριτική διάθεση, ωστόσο, εμφανίστηκε προς τους Έλληνες αγρότες–παραγωγούς και ο κ. Steffen Reese, διευθύνων σύμβουλος της Naturland e.V., μιας οργάνωσης με παρουσία σε πολλές χώρες του κόσμου και 50.000 μέλη βιοκαλλιεργητές.

«Φιλοξενήθηκα χθες βράδυ σε ένα πολύ ωραίο παραδοσιακό ξενώνα, μέσα στη φύση αλλά το πρωί που πήγα να πάρω το πρωινό μου, το βούτυρο ήταν από τη Δανία. Γιατί να συμβαίνει αυτό, από τη στιγμή που παράγετε βούτυρο και εδώ στην Ελλάδα; Αν είχα κοιμηθεί στη Δανία και στο πρωινό μου έφερναν ελιές από την Ελλάδα, θα ήταν δικαιολογημένο διότι οι Δανοί δεν έχουν ελιές. Εσείς, όμως, γιατί;” αναρωτήθηκε ο κ. Reese, μιλώντας στο Agronews για να προσθέσει πως “πρέπει να αλλάξετε την φιλοσοφία στον πρωτογενή τομέα και να ενισχύσετε την ντόπια παραγωγή”.

Αναφερόμενος ειδικότερα στον κλάδο των βιολογικών προϊόντων, ο κ. Reese τόνισε ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης για τις εξαγωγές τους στη γερμανική αγορά, η οποία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη διεθνώς, με ετήσιο τζίρο στα 6,5 δισ. ευρώ για το 2012 και προοτική ενίσχυσής του κατά 10% το 2013.

“Ευκαιρίες διαγράφονται για προϊόντα όπως βιολογικά κρασιά, ελιές, ελαιόλαδα και υποπροϊόντα λαδιού, τα οποία ενδεχομένως σήμερα στην Ελλάδα λόγω υψηλής τιμής δεν μπορούν να απορροφηθούν”, επισήμανε και διευκρίνισε ότι η γερμανική αγορά εισάγει, ετησίως, περί το 40% των αναγκών της σε βιολογικά προϊόντα, από χώρες της πρώην Αν. Ευρώπης, αλλά και τις Ιταλία, Ισπανία και Ελλάδα.

Γενικά για την παγκόσμια αγορά βιολογικών ο κ. Reese υποστήριξε πως για το 2011 διαμορφώθηκε σε αξία στα 44,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα περίπου 20,1 δισ. ευρώ στις ΗΠΑ, ενώ συνολικά η ευρωπαϊκή αγορά είναι στα επίπεδα των 18 δισ. ευρώ, με πρώτη δύναμη τη Γερμανία (6,1 δισ. ευρώ το 2011) και αμέσως μετά να ακολουθεί η Γαλλία (με περίπου 3 δισ. ευρώ πέρυσι). Για φέτος ο παγκόσμιος τζίρος της αγοράς των βιολογικών προϊόντων, αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 5%, έναντι των 44,5 δισ. ευρώ, του 2011.

Προϊόντα ποιότητας
Την ανάγκη να αλλάξει η εικόνα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων στη γερμανική αγορά τόνισε ο βουλευτής Βερολίνου κ. Christian Goiny διότι έχουν τη δυναμική να πωλούνται σαν προϊόντα ποιότητας και όχι απλώς επειδή είναι φθηνά. “Όλοι ξέρουν τη γράπα, αλλά κανείς το τσίπουρο και το ίδιο συμβαίνει και με τη μαστίχα σε σχέση τη σαμπούκα”, τόνισε χαρακτηριστικά ο γερμανός πολιτικός, για να θυμίσει πως πριν λίγα χρόνια το ίδιο πρόβλημα αντιμετώπιζαν και τα ιταλικά προϊόντα “αλλά με την πλήρη αλλαγή image που πέτυχαν, έπαψαν να πωλούνται σαν χαμηλής ποιότητας”.

Να επιμείνουν στην ανάδειξη της ποιότητας των “σπεσιαλιτέ” της χώρας, ρίχνοντας το βάρος σε αγορές niche (γωνιές), κάλεσε τους επιχειρηματίες του αγροτικού τομέα ο J. Schalinski της εξειδικευμένης εφημερίδας Lebensmittelzeitung, τονίζοντας ότι στον παράγοντα κόστος, η Ελλάδα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί χώρες με καλύτερες δομές και μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Σχολίασε, επίσης, αρνητικά, το γεγονός ότι στην Ελλάδα λείπει το στοιχείο της διαφάνειας, με αποτέλεσμα να προκαλείται κι έλλειμα εμπιστοσύνης στους δυνάμει συνεργάτες από το εξωτερικό.

Του Λεωνίδα Λιάμη


Πηγή:www.agronews.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου